Choose your font:
(The fonts must be already installed on your system in order for your browser to use them.)
Chosen font: Gentium
Browser type: Mozilla/5.0 AppleWebKit/537.36 (KHTML, like Gecko; compatible; ClaudeBot/1.0; +claudebot@anthropic.com)
Feedjit Live Blog Stats
Learn accentuation in ten simple lessons
Table of Contents
Μάθημα 10: Ἡ παραλήγουσα τῶν οὐσιαστικῶν, ἐπιθέτων καὶ ἐπιρρημάτων
Στὸ τελευταῖο μας μάθημα θὰ ἀσχοληθοῦμε μὲ τὴν παραλήγουσα τῶν οὐσιαστικῶν, ἐπιθέτων καὶ ἐπιρρημάτων. Ὅπως εἴδαμε καὶ στὸ μάθημα 8 ὅπου ἀσχοληθήκαμε μὲ τὴν παραλήγουσα τῶν ρημάτων, ὁ τόνος ποὺ θὰ βάλουμε σὲ μία παραλήγουσα ἐξαρτᾶται πάντα ἀπὸ τὸ μῆκος τῆς λήγουσας καὶ τῆς παραλήγουσας. Ἐφαρμόζουμε δηλαδὴ τοὺς κανόνες «μακρὸν πρὸ μακροῦ ὀξύνεται» καὶ «μακρὸν πρὸ βραχέος περισπᾶται». Ὅταν οἱ συλλαβὲς περιέχουν ἔψιλον, ὄμικρον, ἦτα, ὠμέγα ἢ διφθόγγους, τότε ξέρουμε κιόλας ἂν εἶναι μακρὲς ἢ βραχεῖες, καὶ ἐφαρμόζουμε ἄμεσα τοὺς δύο αὐτοὺς κανόνες. Τί γίνεται ὅμως ὅταν τὰ φωνήεντά τους εἶναι δίχρονα;
Τίθεται λοιπὸν τὸ ἐρώτημα: πότε ἕνα α , ι ἢ υ στὴν λήγουσα ἢ στὴν παραλήγουσα εἶναι μακρὸ καὶ πότε βραχύ;
Ἔχουμε καὶ πάλι (ὅπως στὸ μάθημα 8) τέσσερις κανόνες ποὺ καλύπτουν ὅλες τὶς περιπτώσεις:
τὰ α , ι , υ στὴν παραλήγουσα εἶναι πάντα βραχέα : δάσος , κράτος , μύθος , μύτες , ξύλο , ξίφος , ἄνδρες , βράδυ , κ.λπ.
τὰ α , ι , υ , τῆς λήγουσας τῶν ἀρσενικῶν καὶ θηλυκῶν ὀνομάτων εἶναι μακρά : ὡραία («ἡ ὡραία Ἑλένη»), ὁ σωτήρας , ὁ ἀγώνας , τῆς Ἀθήνας , ἡ ὥρα /τῆς ὥρας , ὁ ἐφημεριδοπώλις , ὁ πήχυς , ἡ χρήσις , κ.λπ.
τὸ α τῆς λήγουσας τῶν οὐδετέρων καὶ τῶν ἐπιρρημάτων εἶναι βραχύ : ὡραῖα («τὰ ὡραῖα βιβλία»), τὸ σχῆμα , τὸ σῶμα , κ.λπ.
τὰ ι , υ τῆς λήγουσας τῶν οὐδετέρων εἶναι μακρά : τὸ μαχαίρι , τὸ λουλούδι , τὸ χείλι , τὸ ποτήρι , τὸ θήλυ , κ.λπ.
Μὲ ἄλλα λόγια ἡ περισπωμένη στὴν παραλήγουσα εἶναι δείκτης τοῦ οὐδέτερου οὐσιαστικοῦ/ἐπιθέτου ἢ τοῦ ἐπιρρήματος: ἡ θεία /τὰ θεῖα , ἡ ὁποία /τὰ ὁποῖα , ἡ Δώρα /τὰ δῶρα , ἡ Γιώτα /τὸ γιῶτα , κ.λπ.
Ἀσκήσεις
Ἄσκηση 1
Διαλέξτε τὶς λέξεις μὲ τὸν σωστὸ τόνο καὶ τὸ σωστὸ πνεῦμα. Ὅταν τελειώσετε κάντε κλὶκ στὸ κουμπὶ «Τελείωσα!». Ἂν θέλετε νὰ μάθετε ποιές λέξεις διαλέξατε λάθος, κάντε κλὶκ στὸ κουμπὶ «Δεῖξε λάθη!» καὶ οἱ λανθασμένες λέξεις θὰ ἐμφανισθοῦν σὲ κόκκινο χρῶμα (δὲν λειτουργεῖ σὲ ὅλους τοὺς ἱστοπλοηγούς). Γιὰ νὰ ξαναγίνουν μαῦρες ὅλες οἱ λέξεις κάντε κλὶκ στὸ «Κρύψε λάθη!».
[Τὸ κείμενο εἶναι τοῦ Καρκαβίτσα, ἀπὸ τὰ Λόγια τῆς πλώρης .]
Ἐγὼ εἶμαι ὁ Καληώρας Καληὼρας Καληῶρας ὁ βλάμης βλὰμης βλᾶμης σας, ποὺ μὲ γνωρίζουν τὰ πόρτα πὸρτα τῆς Μαὺρης Μαῦρης Μαύρης θὰλασσας θᾶλασσας θάλασσας καὶ τῆς Ἄσπρης τὰ λιμάνια λιμὰνια λιμᾶνια , πὲρα πέρα καὶ πέρα πὲρα , καὶ πῶς ἐσεῖς δὲν μὲ γνωρίζετε;
Αὐτὰ καὶ ἃλλα ἆλλα ἇλλα ἄλλα ἅλλα ἂλλα ἤθελα νὰ τοὺς εἰπῶ· μὰ δὲ μποροῦσα νὰ βγάλω λέξη λὲξη ἀπὸ τὸ στόμα στὸμα μου. Ὣς ποὺ μ᾿ ἅρπαξαν τὰ παλληκᾶρια παλληκάρια παλληκὰρια καὶ οἱ λυγερὲς καὶ βγῆκαν πέρα στὸ Βληχὸ νὰ παίξουν κλωτσοσκοῦφι κλωτσοσκούφι κλωτσοσκοὺφι . Ἐδῶ μ᾿ ἔριχναν, ἐκεῖ μὲ πετοῦσαν ὁλημερίς. Γελοῦσαν οἱ λυγερὲς δυνατὰ καὶ στὸ γέλιο γὲλιο τους μάντευα τῆς καρδιᾶς τὴ λαχτὰρα λαχτᾶρα λαχτάρα . Τραγουδοῦσαν τὰ παλληκᾶρια παλληκάρια παλληκὰρια κι ἔλεγαν μὲ τὸ τραγοὺδι τραγοῦδι τραγούδι καὶ μὲ τὸ παὶξιμο παῖξιμο παίξιμο τῶν ματιῶν τὸν πόθο πὸθο καὶ τὸν καημό τους. Καὶ γὼ ποὺ ἔβλεπα ἐκεὶνο ἑκείνο ἑκεὶνο ἐκεῖνο ἑκεῖνο ἐκείνο τὸ γοργοπαίξιμο γοργοπαὶξιμο γοργοπαῖξιμο , ποὺ ἄκουα ἑκείνα ἑκεὶνα ἐκεῖνα ἑκεῖνα ἐκείνα ἐκεὶνα τ᾿ ἀσημένια ἁσημένια ἀσημὲνια ἁσημὲνια γὲλια γέλια , σὲ Κόλαση ἤμουν ἀπ᾿ τὴ ζήλεια ζὴλεια ζῆλεια , γιατὶ δὲν ἤμουν σὲ κείνη κεὶνη κεῖνη τὴν Παράδεισο!
Τὸ βάσανό μου βάσταξε, λέει, ὣς τὸ ἡλιοβασίλεμα. Καὶ τότε ὄλοι ὃλοι ὂλοι ὅλοι μαζὶ ἔφεραν τὸ κεφᾶλι κεφάλι κεφὰλι μου καὶ τὸ ἔθαψαν πῖσω πίσω πὶσω ἀπὸ τῆς Παπαντῆς τὸ Ἄγιο Ἃγιο Ἂγιο Ἇγιο Ἆγιο Ἅγιο Βήμα Βὴμα Βῆμα · καὶ θάφτοντας τραγουδοῦσαν καὶ μοῦ ἔλεγαν:
— Στὴν ἆλλη ἇλλη ἄλλη ἅλλη ἂλλη ἃλλη ζωή! ... στὴν ἄλλη ζωή! ...
Μέσα Μὲσα στὸ καταχώνιασμα καταχὼνιασμα καταχῶνιασμα ἀκούω μιὰ φωνὴ νὰ μοῦ φέρνει τὸ ἁὲρι ἀέρι ἁέρι ἀὲρι :
— Ἔ, ἀπὸ τὸ μπὰρκο μπᾶρκο μπάρκο ! ... ἔ! ...
Ἄσκηση 2
[Ἡ συνέχεια τοῦ κειμένου τοῦ Καρκαβίτσα.]
Τόσο Τὸσο ἤμουν ἀπελπισμὲνος ἁπελπισμὲνος ἀπελπισμένος ἁπελπισμένος , ποὺ δὲν ἤθελα νὰ πιστέψω τὰ ἶδια ἷδια ἴδια ἵδια ἲδια ἳδια μου τ᾿ αὐτιά. Καὶ ὅταν πὰλι πᾶλι πάλι δυνατότερη καὶ πιὸ κοντὰ ξαναδευτέρωσε, εἶπα πὼς ἦταν κάποιος κὰποιος κᾶποιος ἀπὸ τοὺς συντρόφους συντρὸφους μου ποὺ ἀγγελοκρουόταν. Μά, δόξα δὸξα νά ᾿χει ὁ Θεός, δὲν ἦταν ἀπὸ τοὺς συντρὸφους συντρόφους μου· ἦταν ἀπὸ τὴ γολέτα γολὲτα ποὺ μᾶς ἔσωσε.
Ὅλοι Ὄλοι Ὃλοι Ὂλοι σωθήκαμε, ἕνας ἔνας ἓνας ἒνας ἀπόμεινε, ὁ σκύλος σκὺλος σκῦλος μας. Κανένα Κανὲνα δὲν ἄφηνε νὰ τὸν ζυγώσει. Τοῦ καπετάνιου καπετὰνιου καπετᾶνιου , ποὺ τόλμησε νὰ τὸν πιάσει, τοῦ ἔκαμε κουρέλια κουρὲλια τὸ μουσαμᾶ. Καὶ τὰ χαράματα χαρὰματα χαρᾶματα ποὺ βολταζάροντας νὰ βροῦμε τὸν καιρὸ περάσαμε πάλι ἀποκεῖ, εἶδα τὸ μπὰρκο μπᾶρκο μπάρκο νὰ κατεβαίνει στὰ νερὰ ἥσυχο, σὰν καλόγνωμη καλὸγνωμη ψυχὴ ποὺ ἔκαμε στὸν κὸσμο κόσμο τὴν ἀποστολή της· καὶ ἄκουσα γιὰ ὓστερη ὒστερη ὗστερη ὖστερη ὕστερη ὔστερη φορὰ τὴ φωνὴ τοῦ σκύλου σκὺλου σκῦλου , νὰ γαργαρίζει καὶ νὰ σβήνει μέσα στὸ ρέκασμα ρὲκασμα τοῦ κυμὰτου κυμᾶτου κυμάτου καὶ τοῦ ἀνὲμου ἁνὲμου ἀνέμου ἁνέμου τὸ βὸγγο βόγγο , σὰ νὰ μᾶς ἔλεγε κεὶνος κεῖνος κείνος μὲ παρὰπονο παρᾶπονο παράπονο :
— Στὴν ἆλλη ἇλλη ἄλλη ἅλλη ἂλλη ἃλλη ζωή! ... στὴν ἄλλη ζωή! ...
Δὲν ξέρω πὸσον πόσον καιρὸ κοιμήθηκα μέσα στὴ γολέτα γολὲτα . Μόλις πατήσαμε κεῖ, μᾶς ἔγδυσαν οἱ ναύτες ναὺτες ναῦτες ἀπὸ τὰ ροῦχα ρούχα ροὺχα , ποὺ ἔβγαιναν μαζὶ μὲ τὸ πετσί, μᾶς πότισαν τσάι τσὰι τσᾶι μὲ τὸ ροῦμι ρούμι ροὺμι καὶ μᾶς ξάπλωσαν στὰ ζεστὰ κρεβατοστρώσια κρεβατοστρὼσια κρεβατοστρῶσια . Ὅταν ἄνοιξα τὰ μὰτια μᾶτια μάτια , εἴμαστε μπρὸς στὰ Μπουγὰζια Μπουγᾶζια Μπουγάζια . Ὁ οὐρανὸς χρυσογᾶλανος χρυσογάλανος χρυσογὰλανος καὶ ἡ θᾶλασσα θάλασσα θὰλασσα στρωτὸ κρυστᾶλλι κρυστάλλι κρυστὰλλι . Οἱ μὺριες μῦριες μύριες της γλὼσσες γλῶσσες γλώσσες φιλοῦσαν ἁπαλὰ τὶς στεριές. Ἀνατολὴ καὶ Ροὺμελη Ροῦμελη Ρούμελη , κᾶτασπρες κάτασπρες κὰτασπρες ἀπὸ τὸ χιόνι χιὸνι , ἀστραποβολοῦσαν στὸ λιοπύρι λιοπὺρι λιοπῦρι καὶ καθρεφτίζονταν στὰ νερά. Ψαρόβαρκες Ψαρὸβαρκες μὲ τ᾿ ἄσπρα ἅσπρα ἂσπρα ἃσπρα ἆσπρα ἇσπρα καὶ τὰ κὸκκινα κόκκινα πανᾶκια πανάκια πανὰκια τους ἀρμένιζαν στὶς ἀκρογιαλιές, σὰν θαλασσοποὺλια θαλασσοποῦλια θαλασσοπούλια ποὺ σκύφτουν νὰ παιγνιδίσουν μὲ τὸ κὺμα κῦμα κύμα . Καρὰβια Καρᾶβια Καράβια κάθε λογῆς κατέβαιναν βαρυφορτωμὲνα βαρυφορτωμένα · ἀνέβαιναν ἅλλα ἂλλα ἃλλα ἆλλα ἇλλα ἄλλα ἀδειανὰ ἀπὸ τὰ Μπουγάζια. Ἁπάνω Ἀπὰνω Ἁπὰνω Ἀπᾶνω Ἁπᾶνω Ἀπάνω ἀπὸ τὸ κεφᾶλι κεφάλι κεφὰλι μας πετοῦσαν σὺγνεφα σῦγνεφα σύγνεφα πουλιά.
Ἄσκηση 3
[Τὸ κείμενο αὐτό, σὲ ἁπλὴ καθαρεύουσα, εἶναι τοῦ Καλιτσουνάκη.]
Ἂν διαβάσατε προσεκτικὰ τὰ δέκα αὐτὰ μαθήματα καὶ κάνατε τὶς ἀσκήσεις, τότε
ΞΕΡΕΤΕ ΤΟΝΙΣΜΟ!
Ἦρθε λοιπὸν ὁ καιρὸς νὰ ἀφήσετε πίσω σας τὸ μονοτονικὸ σὰν ἄσχημη ἀνάμνηση μιᾶς ἐποχῆς ποὺ θυσίασε τὴν γλώσσα στὸν βωμὸ τῆς ψηφοθηρίας, καὶ νὰ ξαναρχίσετε νὰ γράφετε τὴν ἑλληνικὴ γλώσσα ὅπως τὴν ἔγραφαν οἱ πατεράδες καὶ οἱ παποῦδες μας...
Ἂν ἔχετε ὁποιαδήποτε ἀπορία μὴ διστάσετε νὰ ἐπικοινωνήσετε μαζί μας .
→ Revision exercises and end of the text by Karkavitsas