Τὰ ἐπιχειρήματα τόσο τῶν (ἐπονομαζόμενων) προοδευτικῶν ὅσο καὶ τῆς (ἐπονομαζόμενης) δεξιᾶς ἐκκινοῦν ὅλα ἀπὸ τὴν ἴδια ὀπτικὴ ἡ ὁποία διατρέχει τὴν γραμμὴ τοῦ διαλόγου ξεκινώντας ἀπὸ τοὺς δύο βουλευτὲς καὶ τὴν Ἐκκλησία καὶ φθάνοντας μέχρι τὸ τελευταῖο σχόλιο στὸ ὕστατο ἱστολόγιο. Φίλοι καὶ ἐχθροὶ τοῦ πολυτονικοῦ συναντῶνται στὴν ἐπικέντρωσή τους στὸ αἴτημα τῆς χρησιμότητας. Οἱ μὲν προσπαθοῦν νὰ τὸ περάσουν ὡς χρησιμότατο, ἰκανὸ ἀκόμη καὶ νὰ γιατρέψει τὴν δυσλεξία (!), οἱ δὲ ὡς ἔνα ἀπηρχαιωμένο ἀπομεινάρι τὸ ὁποῖο δὲν μᾶς προσφέρει τίποτα πλέον.
Πράγματι, αὐτὸ εἶναι τὸ βασικὸ ἐπιχείρημα τῆς προοδευτικῆς κριτικῆς: ὅτι δηλαδή, τὸ ἐπικοινωνιακὸ περιεχόμενο διατηρεῖται αὐτούσιο καὶ χωρὶς τοὺς τόνους, ἑπομένως ποιά ἡ χρησιμότητά τους; Πάνω σὲ αὐτό, ἡ πολυτονικὴ πτέρυγα προσπαθεῖ νὰ ἐφεύρει διάφορες ἐκδοχὲς τῆς χρησιμότητας, ἀπὸ τὴν ἀνάπτυξη τῆς γλωσσικῆς ἰκανότητας μέχρι τὴν καταπολέμηση τῆς δυσλεξίας. Στὸ μέλλον ἴσως προσθέσουν καὶ ὅτι κρατάει τὰ παιδιὰ μακρυὰ ἀπὸ τοὺς δρόμους.
Μοῦ φαίνεται ἐντυπωσιακὴ ἡ τόση σύμπνοια στὸ ὅτι ἂν εἶναι νὰ ὑπερασπιστοῦμε ἢ νὰ ἐξωβελίσουμε ἕνα κομμάτι τοῦ πολιτισμοῦ μας θὰ τὸ κάνουμε μὲ βασικὸ (μόνο!) κριτήριο τὴν χρησιμότητα. Σὲ ποιό κομμάτι τῆς διαδρομῆς χάσαμε τὸν δρόμο ἀπὸ τὰ μάτια μας καὶ ἀποφασίσαμε ὅτι ὁ πολιτισμὸς εἶναι ἕνα λογιστικὸ δοῦναι καὶ λαβεῖν;
Στὸ σχολεῖο δὲν διδασκόμαστε μόνο ἀρχαῖα. Διδασκόμαστε ἐπίσης λογοτεχνία καὶ ποίηση. Σὲ τί χρησιμεύει ἡ ποίηση ἢ ἡ λογοτεχνία; Θὰ μοῦ πεῖτε πὼς χρησιμεύουν στὸν ἐκπολιτισμό, στὴν διάπλαση τοῦ ἀτόμου κ.λπ. Πῶς τὸ πράττουν ὄμως αὐτό; Μὲ τὸ περιεχόμενό τους ἢ καὶ μὲ τὴ μορφή τους; Ἂν ἐφαρμόσουμε ἐδῶ τὰ ἐπιχειρήματα ποὺ διαβάζουμε ἐναντίον τοῦ πολυτονικοῦ (δὲν μεταφέρει ἀξιοποιήσιμη πληροφορία, τὸ περιεχόμενο μεταδίδεται καὶ χωρὶς τοὺς τόνους, κ.ο.κ.), τότε εἶναι σὰν νὰ λέμε ὅτι στὴν τέχνη μετράει μόνο τὸ περιεχόμενο. Εἶναι γνωστὸ πόσο ἀφελὴς εἶναι αὐτὴ ἡ ἄποψη ὅσο ἀφορᾶ στὴν τέχνη, ὥστε ἀκόμη καὶ ἕνας προοδευτικὸς μὲ δυσκολία θὰ τὴν ξεστόμιζε. Πόσο διαφορετικὴ εἶναι ὅμως ἀπὸ τὴν ἄποψη περὶ τῆς ἀχρηστίας τῶν τόνων ὡς κενῶν περιεχομένου ἢ τὴν ἄποψη πὼς ἡ διδασκαλία τῶν ἀρχαίων εἶναι περιττή, ἀφοῦ ἀρκεῖ νὰ μεταφράσουμε τὰ ἀρχαῖα κείμενα στὴν δημοτικὴ γιὰ νὰ μεταδώσουμε τὸ περιεχόμενό τους;
Ἡ γλώσσα ὡς τέχνη, ὀμορφιὰ καὶ τέχνημα, ἡ μορφὴ καὶ ἡ μορφολογία της, ἔχουν κάποια σημασία γιὰ ἐμᾶς ἢ μᾶς ἀρκεῖ ἡ μετάδοση πληροφορίας; Ἂν μᾶς ἀρκεῖ τότε γιατί νὰ μὴν ἀφήσουμε ἐξ᾿ ὁλοκλήρου τὰ ἑλληνικὰ γιὰ τὰ ἀγγλικά; (Γνωρίζω φυσικὰ πὼς ὀρισμένοι δὲν θὰ εἶχαν καμμία ἀντίρρηση ἐπ᾿ αὐτοῦ. Δὲν μποροῦμε νὰ ἀπαγορεύσουμε σὲ κανέναν νὰ ἐπιθύμει γεμίσαι τὴν κοιλίαν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν κερατίων ὧν ἤσθιον οἱ χοῖροι). Ἀκόμα, φίλοι προοδευτικοί, εἶστε σίγουροι πὼς καὶ αὐτὴ ἀκόμα ἡ νέτη σκέτη μετάδοση περιεχομένου μπορεῖ νὰ ἐπιτευχθεῖ ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴν μορφή; Ὁ λόγος στὸν William Blake: «I have heard many People say, “Give me the Ideas. It is no matter what Words you put them into.” To this I reply, “Ideas cannot be Given but in their minutely Appropriate Words.”»
Ὅ,τι ἰσχύει γιὰ τὶς λέξεις, ἰσχύει ἄραγε καὶ γιὰ τὰ στολίδια τους; Ὁ λόγος σὲ δικό μας ποιητή: «Ἡ πολυαιώνια παρουσία τοῦ Ἑλληνισμοῦ πάνω στὰ δῶθε ἢ ἐκεῖθε τοῦ Αἰγαίου χώματα ἔφτασε νὰ καθιερώσει μιὰν ὀρθογραφία, ὅπου τὸ κάθε ὠμέγα, τὸ κάθε ὕψιλον, ἡ κάθε ὀξεία, ἡ κάθε ὑπογεγραμμένη δὲν εἶναι παρὰ ἕνας κολπίσκος, μιὰ κατωφέρεια, μιὰ κάθετη βράχου πάνω σὲ μιὰ καμπύλη πρύμνας πλεούμενου, κυματιστοὶ ἀμπελῶνες, ὑπέρθυρα ἐκκκλησιῶν, ἀσπράκια ἢ κοκκινάκια, ἐδῶ ἢ ἐκεῖ, ἀπὸ περιστεριῶνες καὶ γλάστρες μὲ γεράνια» (Ὀδ. Ἐλύτης). Μεγάλη ἡ διαφορὰ ἀπὸ τὸν προοδευτικὸ ἢ τὸν ἐθνικὸ λόγο, ὅπου οἱ τόνοι πρέπει νὰ ἀποδείξουν τὴν ἀξία τους ἐργαζόμενοι, ὅπως οἱ κακομοίρηδες τοῦ Arbeit macht frei.
Ὁ ὠφελιμισμός, ἐπὶ τοῦ θέματος, προοδευτικῶν καὶ ἐθνικῶν, σὰν νὰ λέμε (εὐρω)αριστερῶν καὶ δεξιῶν, δείχνει πὼς λίγο ἔχουν καταλάβει ἀπὸ τὰ μυστικὰ τῆς γλώσσας καὶ τὸ τί διακυβεύεται ἐδῶ. Εἶναι ἐνδιαφέρον νὰ παρατηρήσουμε ὅτι ἡ κυριαρχία τοῦ περιεχομένου ἐπὶ τῆς μορφῆς ἦταν τὸ κύριο χαρακτηριστικὸ τοῦ πάλαι ποτὲ σοσιαλιστικοῦ ρεαλισμοῦ. Περιέργως ὅμως, ἀποτελεῖ ταυτόχρονα τὸ κύριο χαρακτηριστικὸ τοῦ «ἀμερικάνικου ρεαλισμοῦ», δηλαδὴ τῆς κυρίαρχης σήμερα κουλτούρας, μὲ τὴν ἔμφασή της στὴ γραμμικὴ ἀφήγηση, τὰ dry facts, τὸ story-telling καὶ τὴν «οἰκονομία τῆς πληροφορίας».
Ὅλα αὐτὰ μοῦ φέρνουν στὸ νοῦ ἐκεῖνο τὸν ἀρχαῖο μαθηματικὸ ὅπου ὅταν ὁ πλούσιος τὸν ὁποῖο ἐδίδασκε τὸν ρώτησε σὲ τί θὰ τοῦ χρησιμεύσουν ὅσα μαθαίνει, ἐκεῖνος φώναξε τὸν ὑπηρέτη του καὶ τοῦ εἶπε: «Βγάλε καὶ δώστου ἕναν ὀβολό, ἀφοῦ πρέπει πάντα νὰ ἔχει κέρδος ἀπὸ ὅ,τι μαθαίνει».