Δὲν θὰ ἀσχοληθῶ μὲ τοὺς λόγους ἐπαναφορᾶς τοῦ πολυτονικοῦ. Ὑπάρχουν ἐμπεριστατωμένες ἀναλύσεις ἀπὸ ἀξιόλογους ἀνθρώπους ποῦ διερευνοῦν τὸ ζωτικότατο ζήτημα τῆς γλώσσας καὶ τῶν τόνων. Θὰ μιλήσω ὅμως γιὰ ἕνα μεγάλο στοίχημα τῆς ἐπερχόμενης γενιᾶς.
Ἔγραφε πρὶν μερικὰ χρόνια ὁ Χρῆστος Γιανναρᾶς τὴν ἀπογοήτευσή του γιὰ τὴ λήθη τοῦ πολυτονικοῦ καὶ ἐξέφραζε τὴν ἀπαισιοδοξία του μὲ τὴ φράση «ἡ ἔκπτωση ἀπὸ ὑψηλότερο σὲ χαμηλότερο ἐπίπεδο πολιτισμοῦ δὲν ἀντιστρέφεται». Τὸ κύρος καὶ ἡ ἀξιοπιστία ποὺ διακρίνουν τὸν καθηγητὴ εἶναι ἀναμφισβήτητα.
Τὸ ἐνδιαφέρον, καὶ ἰδιαίτερα τῶν νέων ἀνθρώπων, γιὰ τὸ πολυτονικὸ ἀναζωπυρώνεται τὸ τελευταῖο διάστημα. Ὁ διορατικὸς ἄνθρωπος τὸ ἀντιλαμβάνεται ἀπὸ πολλὲς πλευρές. Ἄνθρωποι ποὺ δὲν τὸ διδάχθηκαν καθόλου στὸ σχολεῖο (ἢ μόνο στὰ πρῶτα χρόνια τοῦ δημοτικοῦ σχολείου) ἀποκτοῦν ὁλοένα καὶ ἐντονότερη περιέργεια γιὰ τοὺς τόνους καὶ τὰ πνεύματα. Ρωτᾶνε, μαθαίνουν, προσπαθοῦν νὰ γράψουν. Χαίρονται τὴ γλώσσα. Τὸ βλέπει κανεὶς σὲ τόσα ἱστολόγια στὸ διαδίκτυο, σὲ περιοδικά, στὴν αὔξηση τῶν ἐκδόσεων σὲ πολυτονικό.
Τὸ στοίχημα τῆς ἑπόμενης γενιᾶς εἶναι ὅτι δὲν βλέπει τὴ δήλωση Γιανναρᾶ ὡς μία ἀκατανίκητη πραγματικότητα, ὡς ἕναν ἀκαταμάχητο ρεαλισμὸ ποὺ προέκυψε ἀπὸ τὴν ἐμπειρία καὶ τὴ σοφὴ κρίση ἑνὸς διανοούμενου. Τὸ στοίχημα γιὰ τὴν ἐπερχόμενη νέα γενιὰ εἶναι ὅτι βλέπει τὴ δήλωση ὡς ἄξια νὰ τὴν πολεμήσει κανείς, ὡς πρόκληση νὰ καταφέρει αὐτὸν τὸν μεγάλο ἆθλο ἀντιστροφῆς τῆς φυσικῆς πολιτισμικῆς ροῆς, νὰ πετύχει τὴ μετάβαση ἀπὸ χαμηλότερο σὲ ὑψηλότερο ἐπίπεδο. Δὲν εἶναι καθόλου εὔκολο πράγμα. Ἀξίζει ὅμως νὰ δώσει κανεὶς τὴ μάχη!