|
Ἡ γλωσσικὴ μεταρρύθμιση Ράλλη[Τοῦ Χρήστου Γιανναρᾶ, καθηγητῆ Φιλοσοφίας καὶ Πολιτιστικῆς Διπλωματίας στὸ Πάντειο Πανεπιστήμιο Πολιτικῶν καὶ Κοινωνικῶν Ἐπιστημῶν, ἐφημερίδα Καθημερινή, 28 Ἀπριλίου 1996, ἀναδημοσιευμένο στὸ βιβλίο «Πολιτισμός, τὸ κεντρικὸ πρόβλημα τῆς Πολιτικῆς», ἐκδ. Κάκτος, 2005.] Ὁ πρώην πρωθυπουργὸς κ. Γεώργιος Ράλλης εἶναι προσωπικότητα τοῦ πολιτικοῦ χώρου καθολικὰ σεβαστή. Σημάδεψε τὸν πολιτικό μας βίο ἐνσαρκώνοντας, μὲ τρόπο σθεναρὸ καὶ ἀσυμβίβαστο, ἕνα ὑπόδειγμα σοβαρότητας, μετριοπάθειας καὶ ἀξιοπρέπειας. Σὲ καιροὺς καταιγιστικῆς πλημμυρίδας τοῦ πιὸ ἀμοραλιστικοῦ λαϊκισμοῦ. Ἡ διαφωνία, σὲ ὁρισμένα θέματα, μὲ πολιτικοὺς τῆς δικῆς του σοβαρότητας εἶναι γόνιμη πρόκληση οὐσιώδους προβληματισμοῦ. Δὲν σημαίνει ἀμφισβήτηση τοῦ προσώπου καὶ τῆς εὐρύτερης προσφορᾶς του. Στὴν «Καθημερινὴ» τῆς περασμένης Κυριακῆς (21-4-1996) ὁ κ. Ράλλης ὑπεραμύνθηκε μὲ ἄρθρο του τῆς γλωσσικῆς μεταρρύθμισης ποὺ ὁ ἴδιος, ὡς ὑπουργὸς Παιδείας, πραγματοποίησε τὸ 1976. Τολμῶ νὰ ἔχω κάποιες ἀντιρρήσεις στὰ ἐπιχειρήματά του καὶ στὶς θέσεις του. Μὲ τὴν ἐμπειρία τοῦ δασκάλου καὶ τῆς καθημερινότητας τοῦ ἁπλοῦ πολίτη. Τὸ πιὸ ἀληθινό, κατὰ τὴ γνώμη μου, γι᾿ αὐτὸ καὶ ἰσχυρότερο ἐπιχείρημα τοῦ κ. Ράλλη εἶναι ὅτι ἡ μεταρρύθμισή του ἀλλοιώθηκε καὶ κακοφόρμησε μετὰ τὸ 1982. Ἂς μοῦ ἐπιτραπεῖ νὰ καταθέσω (γιὰ πολλοστὴ φορὰ) τὴν ἐκτίμησή μου ποὺ τὴν πιστεύω ρεαλιστικὴ καὶ καθόλου συναισθηματικὴ ἢ κομματικὰ μεροληπτική: Ὅτι ἀπὸ τὸ 1982 καὶ μετὰ συντελέστηκε στὴν παιδεία καταστροφή, ποὺ γιὰ τὴν Ἑλλάδα ἀποδεικνύεται τραγικότερη τῆς Μικρασιατικῆς. Γιατὶ τὸ 1922 χάθηκαν ὁριστικὰ πανάρχαιες κοιτίδες τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Ἀλλὰ μετὰ τὸ ᾿82 χάθηκε τὸ συνεκτικὸ στοιχεῖο καὶ θεμέλιο τῆς διαχρονικῆς ἑνότητας τοῦ πολιτισμοῦ τῶν Ἑλλήνων: ἡ γλωσσικὴ συνέχεια. Χάθηκε μὲ τὴν κατάργηση τῆς διδασκαλίας τῶν ἀρχαίων, τὸν ἐξοστρακισμὸ τῆς μεταγενέστερης λόγιας γλωσσικῆς παράδοσης, χάθηκε μὲ τὸ ἔγκλημα τῆς εἰσαγωγῆς τοῦ μονοτονικοῦ. Ἡ ἀνεπανόρθωτη πιὰ καταστροφὴ θὰ ἐρχόταν ἔτσι κι ἀλλιῶς μὲ τὴν πολιτική ἀλλαγὴ τοῦ 1981. Ὅμως, συνέπεσε ἡ μεταρρύθμιση Ράλλη νὰ ἔχει ἀνοίξει τὸ δρόμο. Ὑπάρχουν ἄλλοι ἀρμοδιότεροι ἀπὸ μένα γιὰ νὰ ὑπομνήσουν στὸν σεβαστὸ πολιτικὸ κάποια καίρια καὶ στοιχειώδη δεδομένα: Ὅτι ἡ γλώσσα πλάθεται ἀπὸ τὸν λαό, τὶς ἀνάγκες καὶ τὶς εὐαισθησίες του, δὲν μπαίνει στὸν γύψο μὲ κρατικὰ διατάγματα δίχως νὰ προκληθοῦν τερατογενέσεις. Ὅτι σὲ μία προηγμένη γλώσσα συνυπάρχει ὀργανικὰ ἡ λόγια ἔκφραση, μὲ τὴ δημώδη. Ὅτι στὴν Ἑλλάδα δὲν ταυτίζεται συλλήβδην ἡ λόγια γλώσσα μὲ τὴν πλαστὴ κοραϊκὴ «καθαρεύουσα». Ἡ κρατικὴ ἐπιβολὴ τῆς δημοτικῆς στὴ δημόσια διοίκηση ὡς «ἑνιαίου καὶ δόκιμου γλωσσικοῦ ὀργάνου», ὅπως τὴ θέλησε ὁ κ. Ράλλης, γέννησε μιὰ καινούργια «καθαρεύουσα» (γλώσσα ποὺ ἔπρεπε ὁπωσδήποτε νὰ «καθαρεύει» ἀπὸ λόγια στοιχεῖα), τεχνητὴ καὶ ψεύτικη, συχνὰ ὁλότελα κωμική: Ἕναν τραγέλαφο κακῆς λόγιας σύνταξης μὲ ὅρους δημώδους ἰδιώματος. «Δὲν καταργήσαμε τὴν ἀρχαιογνωσία στὰ σχολεῖα», λέει ὁ κ. Ράλλης. «Καθιερώσαμε νὰ διδάσκονται τὰ ἀρχαῖα κείμενα ἀπὸ δόκιμες μεταφράσεις». Κάποιος ἀρμοδιότερος ἀπὸ μένα πρέπει νὰ τοῦ ὑπομνήσει τὴν καισαρικὴ διαφορά: Ὅτι εἶναι ἄλλο πράγμα ἡ πληροφορία ποὺ παρέχει τὸ περιεχόμενο τοῦ ἀρχαιοελληνικοῦ κειμένου, καὶ ριζικὰ ἄλλο ἡ γλωσσικὴ παιδεία ποὺ τὸ ἴδιο τὸ πρωτότυπο κείμενο προσφέρει. Ἂν τὸ Ἑλληνόπουλο δὲν προλάβει νὰ διδαχθεῖ τὸ «περιεχόμενο» κάποιων ἀρχαίων κειμένων, ἡ ζημιὰ δὲν εἶναι ἀνεπανόρθωτη — ἀρκεῖ νὰ ἔχει μάθει νὰ καταφεύγει σὲ δόκιμες μεταφράσεις ὅποτε τὸ θελήσει. Ἂν ὅμως τὸ Ἑλληνόπουλο χάσει τὴν «αἴσθηση» τῆς δοτικῆς, τὸν ἐθισμὸ στὴ νοηματική της λειτουργία, ἂν δὲν μπορεῖ πιὰ νὰ τραγουδήσει «ἐν τῷ σπηλαίῳ τίκτεται ἐν φάτνῃ τῶν ἀλόγων», ἡ καταστροφὴ τοῦ γλωσσικοῦ του αἰσθητηρίου εἶναι πολιτιστικὸ ἔγκλημα. Ἀκριβῶς γιατὶ ἀποκόβεται τὸ Ἑλληνόπουλο ἀπὸ τὴ δυνατότητα μέθεξης στὴ συνέχεια τοῦ πολιτισμοῦ του, χάνεται ἡ συνοχὴ τῆς πρότασης ποὺ κόμιζε πάντοτε αὐτὸς ὁ πολιτισμός. Εἶχε πεῖ κάποτε ὁ ἀείμνηστος Παπανοῦτσος: «Δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ μιλήσει καὶ νὰ γράψει σωστὰ τὴ δημοτική, ἂν δὲν πατάει στέρεα στὴ γνώση τῆς ἀρχαίας κλασικῆς γλώσσας». Ἀναθεματίζουν ὅλοι σήμερα, καὶ ὁ κ. Ράλλης ἐπίσης, τὸν «κακὸ τρόπο» μὲ τὸν ὁποῖο διδάσκονταν τὰ ἀρχαῖα ἑλληνικὰ στὰ σχολεῖα μας πρὶν ἀπὸ τὸ 1976. Καὶ δὲν θέλουν νὰ δοῦν ὅτι χάρη σὲ ἐκεῖνο τὸν «κακὸ τρόπο» ἡ ζωντανὴ καθημερινὴ γλώσσα, ἀκόμα καὶ τῶν μὴ λόγιων Ἑλλήνων, διέσωζε τότε τὴν ὀρθὴ κλίση τῶν τριτοκλίτων, τὴ σωστὴ ἐκφορὰ τῶν ἐπιρρημάτων, τὴ διάκριση τοῦ στιγμιαίου ἀπὸ τὸ διαρκὲς στοὺς χρόνους τῶν ρημάτων, καὶ πλῆθος ἀκόμη ἐκφραστικῶν δυνατοτήτων ποὺ σήμερα ἔχουν σχεδὸν ἀφανιστεῖ. Ἡ ἀνεπιτήδευτη καθημερινὴ γλώσσα ἦταν κατάσπαρτη μὲ τύπους καὶ ἐκφράσεις τῆς λόγιας, τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἢ καὶ τῆς ἀρχαιοελληνικῆς παράδοσης. Λειτουργοῦσε, ἔστω ἀνεπίγνωστα, ἡ συνέχεια τῆς γλώσσας, ἡ συνέχεια τοῦ Γένους τῶν Ἑλλήνων. Αὐτὴ τὴ συνέχεια τὴν ἀρνιόταν πάντοτε μὲ στρατευμένο πεῖσμα μιὰ μερίδα «προοδευτικῶν» διανοουμένων. Ἀγαθὰ τὰ κίνητρά τους: ὁ μὲ κάθε θυσία ἐξευρωπαϊσμὸς τῆς χώρας. Ἀλλὰ τραγικὰ ἐπιπόλαιη καὶ προϊὸν ὀλιγομάθειας ἡ στρατηγική τους. Αὐτοὺς διάλεξε τότε ὁ κ. Ράλλης σὰν «εἰδικοὺς καὶ ἐκπροσώπους ἀρμόδιων φορέων» γιὰ νὰ στήσει τὸ μεταρρυθμιστικό του ἐγχείρημα. Δὲν ἤθελε νὰ ὑστερήσει καὶ ἡ παράταξή του σὲ «προοδευτικὴ πρωτοπορία». Ὅσες φωνὲς τὸν προειδοποιούσαν, τὶς ἀγνόησε. Ἡ ἀπόδοση ἱστορικῶν εὐθυνῶν δὲν ἔχει κανένα νόημα. Ἡ καταστροφὴ ἔχει συντελεστεῖ καὶ εἶναι ἀνεπανόρθωτη. Ἂν ὁ σεβαστός μου κ. Ράλλης πάρει στὰ χέρια του γραπτὰ τῶν σημερινῶν φοιτητῶν μας, εἶμαι σίγουρος ὅτι θὰ παραιτηθεῖ ἀπὸ κάθε προσπάθεια ὑπεράσπισης τῆς γλωσσικῆς του μεταρρύθμισης. Ἂν καὶ ἀρκεῖ νὰ διαβάζει ἐφημερίδες, νὰ ἀκούει ραδιόφωνο καὶ τηλεόραση. Ἡ Ἑλλάδα αὐτοκαταδικάστηκε στὴν πολιτιστικὴ περιθωριοποίηση καὶ σὲ ἐπιταχυνόμενη ὀπισθοδρόμηση. Ἡ Ἑλλάδα τέλειωσε ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ αὐτοκαταργήθηκε γλωσσικά. | ||||
Ἄνοιγμα δεξιᾶς πλευρᾶς μόνο γιὰ ἐκτύπωση |