|
The Scandal of the Monotonic System[Ἔνθετο ἔντυπο τοῦ περιοδικοῦ Εὐθύνη, συλλογὴ «Φύλλα μάχης» ἀρ. 1.] Τὸ μονοτονικὸ ἐπιβλήθηκε στὸν ἑλληνικὸ Λαὸ ἀπὸ τὴν Κυβέρνηση τοῦ ΠΑΣΟΚ —Ὑπουργὸς Παιδείας κ. ᾽Ελευθ. Βερυβάκης— μὲ τροπολογία ποὺ αἰφνίδια προτάθηκε, κοντὰ στὰ μεσάνυχτα, ὅταν ἡ Βουλή τῶν Ἑλλήνων (συνεδρίαση τῆς 11.1.1982) εἶχε περατώσει τὴν συζήτηση καὶ εἶχε ψηφίσει τὸ ἕνα καὶ μόνο ἄρθρο τοῦ Νόμου 1228 ποὺ ἀποτελοῦσε «Κύρωση τῆς ἀπὸ 11.11.1981 πράξης τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας περ ὶ ἐγγραφῆς μαθητῶν στὰ Λύκεια τῆς Γενικῆς καὶ Τεχνικῆς καὶ ᾽Επαγγελματικῆς ᾽Εκπαιδεύσεως» καὶ μὲ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸν τίτλο δημοσιεύτηκε στὸ Αʹ Τεῦχος τοῦ φύλλου 15/11.2.82 τῆς Ἐφημερίδος τῆς Κυβερνήσεως. Ἕνα κεφαλαιῶδες, λοιπόν, ἐθνικὸ θέμα, τὸ θέμα τοῦ τρόπου γραφῆς τῶν λέξεων μιᾶς πανάρχαιας γλώσσας —τρόπου καθιερωμένου μὲ ἐφαρμογὴ πολλῶν αἰώνων,— ἀντιμετωπίστηκε μὲ ἀσύγνωστη, ἀνατριχιαστικὴ ἐπιπολαιότητα. Διότι: α) εἰσάγεται πρὸς συζήτηση μὲ ἄρθρο τῆς προσκολλήσεως σὲ θέμα νόμου ἄσχετο, β) εἰσάγεται μεσάνυχτα, ὅταν ἡ πλειονότητα τῶν βουλευτῶν ἀπουσιάζει, γ) εἰσάγεται αἰφνίδια (κι αὐτό, θὰ ἰδοῦμε γιατί) δ) εἰσάγεται ἀντισυνταγματικὰ (προσκολλημένο σὲ νόμο ἄσχετο) καὶ ε) εἰσάγεται χωρὶς νὰ ἐρωτηθεῖ, οὔτε ὁ Λαὸς —ἐνῶ τότε ἀκριβῶς ὑποστηριζόταν πὼς γιὰ δυὸ στρατιωτικὲς βάσεις ἔπρεπε νὰ γίνει... δημοψήφισμα,— οὔτε ἡ ᾽Ακαδημία ᾽Αθηνῶν, οὔτε τὰ Πανεπιστήμια τῆς χώρας καὶ ἰδίως οἱ Φιλοσοφικές τους Σχολές, οὔτε οἱ Ἑταιρίες τῶν Συγγραφέων-Λογοτεχνῶν —παρὰ τὴν βαρυσήμαντη ἀπόφανση τοῦ σοφοῦ καθηγητῆ καὶ τότε Γεν. Γραμματέα τῆς ᾽Ακαδημίας Ι. Ν. Θεοδωρακόπουλου πὼς «Τὴν γλώσσα τὴν ἀναπτύσσουν μόνον ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι ἔχουν νὰ εἰποῦν κάτι, δηλαδὴ οἱ πνευματικοὶ ἄνθρωποι, καὶ ὄχι οἱ ἀπνευμάτιστοι γλωσσοπλάστες καὶ νομοθέτες... Οἱ γλωσσικοὶ νομοθέτες δὲν ἔχουν καμμιὰ ἁρμοδιότητα καὶ ἀνακόπτουν ἁπλῶς τὴν ἐξέλιξη τοῦ γλωσσικοῦ μας πολιτισμοῦ». Ὑπῆρξε, βέβαια, πολὺ πρὶν ἀπὸ τὴν ἡμερομηνία αὐτή, ἐξαγγελία κύκλων τοῦ ΠΑΣΟΚ ὄχι μόνο γιὰ τὴν ἐπιβολὴ τοῦ μονοτονικοῦ ἀλλὰ γιὰ ἔσχατη ἁπλοποίηση τῆς γλώσσας μας (ὡσὰν νὰ εἴμαστε οἱ ἄξεστοι Τοῦρκοι τοῦ Κεμὰλ ᾽Ατατοὺρκ καὶ ὄχι οἱ φορεῖς τῆς ἀρχαιότερης ζωντανῆς γλώσσας τοῦ κόσμου...). Στὸ «Δελτίο Συνδέσμου Ἑλληνίδων ᾽Επιστημόνων (᾽Οκτώβριος 1979) προαναγγέλλεται πὼς «τὸ μονοτονικὸ εἶναι ἕνα βῆμα» πρὸς τὴν ταύτιση τῆς γραπτῆς μὲ τὴν προφορικὴ λαλιὰ (δὲν μᾶς μιμήθηκαν οἱ Ἄγγλοι καὶ οἱ Γάλλοι...), δηλαδή: τὴν κατάργηση τῶν διφθόγγων, τῶν πολλῶν ι, τῶν δύο ε καὶ ο, —καὶ «σ' αὐτὴ τὴν ἐπίμονη», λέει τὸ κείμενο, «διεργασία πρωτοστατοῦν οἱ δημοσιογράφοι, οἱ προκηρυξιογράφοι-τοιχοκολλητές, οἱ μπροσουροποιοί, μανιφεστογράφοι... ποὺ θὰ λυτρώσουν τὴν γλώσσα μας ἀπὸ τὴν σκουριὰ αἰώνων». Μόνο αὐτοὶ εἶναι ἁρμόδιοι... Καμμιὰ προγενέστερη εὐρεία, ἀνοιχτὴ καὶ ἐλεύθερη συζήτηση δὲν σημειώθηκε στὴν χώρα γιὰ τὸ μέγα αὐτὸ θέμα μετὰ ἀπὸ ἐκείνη τὴν παλιά, ἀλήστου μνήμης «Δίκη τῶν τόνων», ποὺ ἀπόμεινε χωρὶς συνέχεια καὶ σποραδικὲς ἐδῶ κι ἐκεῖ ἀπόψεις. Ἡ μόνη ποὺ φαίνεται ρωτήθηκε, —γιατὶ οὔτε τὰ Κόμματα ἐνημερώθηκαν, ὅπως ἀμέσως θὰ φανεῖ— ἦταν μιὰ ᾽Επιτροπὴ ποὺ συγκρότησε ὅπως ἤθελε ὁ τότε Ὑπουργὸς Παιδείας καθὼς καὶ τὸ περιλάλητο ΚΕΜΕ τοῦ ἴδιου Ὑπουργε ίου. Τί ἀκριβῶς ἀποφάνθηκε ἡ ᾽Επιτροπὴ καὶ τί εἶπε τὸ ΚΕΜΕ, σαφῶς δὲν γνωρίζουμε, οὔτε ἂν ὑπῆρξε καὶ τί ἀκριβῶς ὑποστήριξε ἡ μειοψηφία. ᾽Αλλὰ οὔτε καὶ ἡ ᾽Εθνικὴ ᾽Αντιπροσωπεία τὸ ἐγνώριζε, ὅταν τὰ μεσάνυχτα τῆς 11.1.1982 εἰσήχθη ἐντελῶς αἰφνίδια τὸ ἄρθρο τῆς προσκολλήσεως σὲ ἀλλότριο νόμο, ἡ παρονυχίδα στὸ νόμο περὶ ἐγγραφῆς μαθητῶν στὰ Λύκεια κ.λ. Πάντως, ἀνακοινώνουμε τὰ ὀνόματα τῶν μελῶν τῆς μὲ βαρύτατες ἐθνικὲς εὐθύνες ᾽Επιτροπῆς ἐκείνης, γιὰ νὰ ἀναλάβει καθένα τὴν προσωπική του εὐθύνη καὶ νὰ μὴ τοὺς λησμονήσει ὁ ἑλληνικὸς Λαὸς ποὺ τὸν ἔσωσαν, φαίνεται, ἀπὸ τὴν ἀγραμματοσύνη καὶ τὴν διασπάθιση χρόνου καὶ χρήματος...: Καθηγ. ᾽Εμμ. Κριαρᾶς πρόεδρος, Φάνης Κακριδῆς καθηγ. ΠανΡμίου, Χρίστος Τσολάκης φιλόλογος, Βασ. Φόρης φιλόλογος, Δημ. Τομπαΐδης σύμβουλος ΚΕΜΕ, Χρ. Μιχαλὲς Πρόεδρος τῆς ΟΛΜΕ, Ἀπόστ. Κοτλίττας διδάσκαλος, ᾽Αλόη Σιδέρη φιλόλογος τῆς ΟΠΕΛΕ. Ὅλα αὐτὰ σημαίνουν, κατὰ τὴν γνώμη μας, ὅτι ὁ ἁρμόδιος Ὑπουργὸς χειρίστηκε τὸ κολοσσιαῖο θέμα ἀλλαγῆς τῆς γραφῆς τῆς γλώσσας μας μετὰ τόσους αἰῶνες ἀδιάλειπτης πρακτικῆς ἀντιλαϊκά, ὡς ἕνα θεματάκι ποὺ μὲ μιὰ ᾽Επιτροπούλα καὶ μὲ μιὰ-δυὸ συνεδριάσεις τοῦ ΚΕΜΕ τακτοποιεῖται... Τὰ πρακτικὰ τῆς συνεδρίασης ἐκείνης τῆς Βουλῆς τῶν Ἑλλήνων, τῆς αἰφνίδια κρισιμότατης, παρέχουν συγκλονιστικὲς πληροφορίες καὶ στοιχειοθετοῦν τὸν χαρακτηρισμὸ τῆς πράξης ὡς σκανδάλου. Λοιπόν: α) Πρὸς τὰ μεσάνυχτα τῆς 11.1.1982 εἶχε περατωθεῖ ἡ συζήτηση γιὰ τὴν ἐγγραφὴ μαθητῶν τῶν Λυκείων, ὁπότε τελείως αἰφνίδια εἰσάγεται, τῆς προσκολλήσεως καθὼς εἴπαμε, ὡς ἄρθρο 2, ἕνα ἐντελῶς ἄσχετο —καὶ ἐθνικῶς μέγα— θέμα: ἡ ἐπιβολὴ τοῦ μονοτονικοῦ (γιατὶ ἄλλο πράγμα εἶναι ἡ ἁναγνώριση μιᾶς πραγματικότητας ποὺ ὑπάρχει καὶ λειτουργεῖ, ὅπως ἔγινε μὲ τὴν δημοτικὴ γλώσσα, καὶ ἄλλο ἡ αὐταρχικὴ ἐπιβολὴ μιᾶς ἀνύπαρκτης πραγματικότητας). β) Μετὰ ἀπὸ μιὰν ἀτυχῆ παρέμβαση τοῦ Εὐάγγελου ᾽Αβέρωφ ποὺ ἐρώτησε ποιὸ εἶδος μονοτονικοῦ σκέφτεται νὰ ἐφαρμόσει ἡ Κυβέρνηση —καὶ ποὺ ἡ ἀδεξιότητα τοῦ ἁρμόδιου Ὑπουργοῦ φανέρωσε πὼς τὸ θέμα δὲν τὸν εἶχε καθόλου ἀπασχολήσει...— καὶ μετὰ ἀπὸ τὴν ἀκατάσχετη, ἀνοημάτιστη φλυαρία κάποιων βουλευτῶν, παρεμβαίνει ὁ τότε κοινοβουλευτικὸς ἐκπρόσωπος τῆς τότε ᾽Αξιωματικῆς ᾽Αντιπολίτευσης κ. Κωνσταντῖνος Μητσοτάκης (σελ. 456 τῶν Πρακτικῶν τῆς Βουλῆς) καὶ ἐπισημαίνει διαμαρτυρόμενος τὰ ἀκόλουθα: 1) Τὸ ἄρθρο αὐτὸ περὶ μονοτονικοῦ προστίθεται σήμερα, τὴν τελευταία ὥρα... αἰφνιδιαστικῶς. ᾽Αναφέρεται σὲ ἕνα μέγα θέμα...». 2) Ζητεῖ νὰ μετατεθεῖ στὴν ἑπόμενη συνεδρίαση τῆς Βουλῆς ἡ συζήτηση τοῦ ἄρθρου περὶ μονοτονικοῦ. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἔχη ἡ Κυβέρνηση τὴν ἀπαίτηση νὰ μᾶς φέρνει τὸ θέμα αὐτὸ τὸ μέγα, αἰφνιδιαστικά, καὶ νὰ ἀπαιτεῖ νὰ τὸ ψηφίσουμε καὶ μετὰ τὴν 12ην (νυκτερινή). Ἡ τροπολογία (Θεὲ καὶ Κύριε, μὲ ...τροπολογία μεσονύκτια ἀλλάζει αἰφνίδια ἡ γραφὴ τῶν λέξεων ποὺ εἶχε ἐπὶ αἰῶνες τηρηθεῖ!) «ἀναφέρεται σ᾿ ἕνα πολὺ σοβαρὸ θέμα». 3) ᾽Ανακοινώνει ὅτι ἂν ἡ Κυβέρνηση ἐπιμείνει, ἡ ᾽Αξιωματικνὴ Ἀντιπολίτευση εἶναι ὑποχρεωμένη νὰ ἀποχωρήσει ἀπὸ τὴν Αἴθουσα (σελ. 456 βʹ στήλη). 4) Δευτερολογεῖ ὁ κ. Κωνσταντῖνος Μητσοτάκης κι ἐπισημαίνει καὶ πάλι (σελ. 457): α) τὴν σοβαρότητα τοῦ θέματος, β) ὅτι κακῶς αὐτὸ προτείνεται μὲ τροπολογία, γ) ὅτι κακῶς καλεῖται ἡ Βουλὴ νὰ τὸ συζνιτήσει μετὰ τὸ μεσονύκτιο, δ) ὅτι ἔτσι καθὼς ἔρχεται ἕνα τέτοιο θέμα, αἰφνίδια, ἡ Ἀντιπολίτευση δὲν ἔχει προλάβει νὰ προετοιμαστεῖ, νὰ τὸ διαβάσει, νὰ ἐνημερωθεῖ. «Δὲν ἔχουμε κανένα φάκελλο... καμμιὰ προετοιμασία. Δὲν ἔχει καμμιὰ σχέση μὲ τὸ συζητούμενο νομοσχέδιο. Εἶναι σαφὲς ὅτι εἶναι ἀντισυνταγματικὴ ἡ τροπολογία... Δῶστε μας τὸν χρόνο νὰ προετοιμαστοῦμε...». γ) ᾽Απὸ μέρους τοῦ ΚΚΕ ἡ κ. Μαρία Δαμανάκη παρεμβαίνει δύο φορὲς (σελ. 457 βʹ στήλη) καὶ ζητεῖ καὶ ἐκείνη ἀναβολὴ γιατὶ «τὸ Σῶμα ἔχει κουραστεῖ» —ἴσως δὲν θέλει νὰ πεῖ ὅτι δὲν ὑπάρχει πιὰ ἀπαρτία—. ᾽Αλλὰ ὁ προεδρεύων κ. Μιχ. Στεφανίδης ἀποκρίνεται σὲ ὅλα αὐτὰ μὲ τὰ ἑξῆς ἀμίμητα (σελ. 457 βʹ στήλη) : «Εἶναι ἀπαράδεκτο καὶ ἀδιανόητο γιὰ τὸν Ἑλληνικὸ Λαό, ὁ ὁποῖος ὅταν πληροφορηθεῖ τὴ συζήτηση αὐτὴ ποὺ γίνεται ἐδῶ, θὰ αἰστανθεῖ ἀπογοήτευση» (μόνο γι᾿ αὐτό...). δ) Ὁ κ. Κωνσταντῖνος Μητσοτάκης ἐπανέρχεται (σελ. 458 αʹ στήλη) γιὰ νὰ ἐπισημάνει πὼς «ἡ Κυβέρνηση καὶ τὸ Προεδρεῖο ἐπιμένουν εἰς αὐτὸν τὸν ἀντιδημοκρατικὸν καὶ ἀντικοινοβουλευτικὸν τρόπον τῆς συζητήσεως αὐτῆς τῆς τροπολογίας. Ἐφ᾿ ὅσον ἡ Κυβέρνηση καὶ τὸ Προεδρεῖο ἐπιμένουν... ὑπὸ τὰς συνθήκας αὐτὰς λυπούμεθα εἰλικρινῶς ἀλλὰ δὲν δυνάμεθα νὰ παρακολουθήσουμε τὴν συζήτηση καὶ εἴμεθα ὑποχρεωμένοι νὰ ἀποχωρίσουμε (καὶ οἱ βουλευτὲς τῆς Νέας Δημοκρατίας ΑΠΟΧΩΡΟΥΝ ἀπὸ τὴν αἴθουσα). Ἔτσι, τὸ ἔγκλημα κατὰ τῆς γλώσσας μας πραγματοποιήθηκε: μὲ τρόπο σκανδαλώδη, αἰφνίδιο, ἀπροετοίμαστο καὶ ἀντισυνταγματικό, καὶ ἂν κρίνουμε ἀπὸ τὴν φλυαρία ποὺ ἐπακολούθησε, τὴν ἐπιπόλαιη καὶ ἀξιοδάκρυτη, ἡ ἄσχετη αὐτή, βαρυσήμαντη τροπολογία περὶ ἐπιβολῆς τοῦ μονοτονικοῦ στὸν Ἑλληνικὸ Λαό, ψηφίστηκε γύρω στὶς 2 ἡ ὥρα μετὰ τὰ μεσάνυχτα — γιὰ νὰ ἐπαληθευθεῖ ἀκόμη μιὰ φορὰ τὸ λεγόμενο ἀπὸ τὸν λαό μας: τῆς νύχτας τὰ καμώματα τὰ βλέπει ἡ μέρα καὶ γελᾶ... Ἀπὸ πόσους ψηφίστηκε ἡ τροπολογία αὐτή; Κατὰ δήλωση τοῦ ἀείμνηστου Παναγ. Κανελλόπουλου —δὲν ἦταν παρὼν στὴν συνεδρίαση, ἀφοῦ οὐδεὶς ἐγνώριζε πὼς ἡ Κυβέρνηση αἰφνίδια θὰ εἰσήγαγε προσκολλημένο σὲ ἄσχετο, ἐπουσιώδη νόμο, τέτοιο μέγιστο ἐθνικὸ θέμα γιὰ συζήτηση,— ψηφίστηκε ἀπὸ ὄχι περισσότερους ἀπὸ 30 (τριάντα) βουλευτές! Τὴν πληροφορία ἐπαναλαμβάνει ὁ ποιητὴς-ἀκαδημαϊκὸς Νικηφόρος Βρεττάκος («Ἔθνος» τῆς 8.5.1990). Ὅ,τι λοιπὸν ἔπλασαν αἰῶνες, στὶς 2 μετὰ τὰ μεσάνυχτα, τὸ ἐγκρέμισαν 30 περίπου βουλευτές... Σκανδαλώδης, ἐπιπόλαιη πράξη ἀντεθνικῆς βαρύτητας. Ὁ νόμος, ἔτσι ποὺ χαλκεύτηκε, δημοσιεύτηκε, καθὼς μνημονεύσαμε πρίν, στὴν ᾽Εφημερίδα τῆς Κυβερνήσεως μὲ ἄλλο τίτλο καὶ χρειάζεται ὑπερβολικὴ φαντασία γιὰ νὰ τὸν ἀνακαλύψει κανείς. Καὶ ὅμως, οὐδεὶς εἶχε τότε, οὔτε τώρα, ζητήσει ἀπὸ τὴν Πολιτεία τὴν ἐπιβολὴ τοῦ μονοτονικοῦ. Τὸ αἴτημα τοῦ αἰώνα μας, γιὰ τὴν γλώσσα μας, ὑπῆρξε σταθερὰ ἕνα καὶ μόνο: ἡ ἀναγνώριση τῆς δημοτικῆς, τῆς γλώσσας τοῦ ᾽Εθνικοῦ μας Ὕμνου, ὡς τῆς μοναδικῆς σήμερα γλώσσας τοῦ ἑλληνικοῦ Λαοῦ. Καὶ τὴν ἀναγνώριση αὐτῆς τῆς πραγματικότητας —ὄχι τὴν αἰφνίδια ἐπιβολὴ μιᾶς νέας ἐντελῶς πραγματικότητας,— πραγματοποίησε ἡ μεταδικτατορικὴ Κυβέρνηση τοῦ κ. Κωνσταντίνου Καραμανλῆ μὲ Ὑπουργὸ Παιδείας τὸν κ. Γεώργιο Ράλλη, προσφέροντας στοὺς μαθητὲς καὶ στὸν Λαὸ μιὰ ἁπλοποιημένη καὶ ἀρκετὰ συγχρονισμένη Νεοελληνικὴ Γραμματική, ποὺ ἀντιμετωπίζει ὅλες σχεδὸν τὶς ἐμπλοκὲς τονισμοῦ τῶν λέξεων ποὺ βασάνιζαν τὶς παλιότερες γενιὲς καὶ κάνει εὔκολο, ἐναρμονισμένο τὸ ἔργο τοῦ τονισμοῦ — ὑπογραμμίζοντας συγχρόνως πὼς τὸ μέγα χρέος, γιὰ δεκαετίες ἴσως, ὅλων μας, εἶναι νὰ μάθουμε νὰ γράφουμε καὶ νὰ χρησιμοποιοῦμε σωστά, ὄμορφα τὴν δημοτική. Τότε βέβαια, ἀμέσως μετὰ τὴν δικτατορία (μὲ προδρόμους πρὶν ἀπὸ τὴν δικτατορία, δυὸ ἐφημερίδες τῆς Θεσσαλονίκης πού, ὡστόσο, διατηροῦσαν ἕνα σημάδι στὴ θέση τῶν πνευμάτων καὶ τόνιζαν ὅλες τὶς λέξεις), εἶχαν ἀρχίσει κάποιες ἐφημερίδες τῆς ᾽Αθήνας νὰ ἐφαρμόζουν τὸ μονοτονικό, — γιὰ λόγους οἰκονομικούς, ὅπως δήλωναν, γιὰ νὰ κερδίσουν χρόνο στὴν στοιχειοθέτηση καὶ στὶς διορθώσεις. ᾽Αλλὰ ποιός σοβαρὸς ἄνθρωπος θὰ διανοοῦνταν νὰ ὑποστηρίξει ποτὲ ὅτι ἐκδότες, φωτοσυνθέτες καὶ διορθωτὲς θὰ καθορίζουν πῶς θὰ γράφεται ἡ γλώσσα; Ἡ γλώσσα μας ἀποτελεῖ πνευματικὸ καὶ ἱστορικὸ γεγονὸς κρυσταλλωμένο μέσα στοὺς αἰῶνες καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ὑποκύπτει σὲ πενιχρὰ χρησιμοθηρικὰ κριτήρια, ὅταν ἄλλες, νεώτερες γλῶσσες δὲν τὰ δέχονται. Οὔτε είναι λογικὸ —γιὰ νὰ μὴν εἰποῦμε πὼς εἶναι καταγέλαστο— ἀνάλογα μὲ τὴν στάθμη γλωσσικῆς μόρφωσης τῆς πλειοψηφίας, ἴσως, τοῦ λαοῦ σὲ μιὰ δεδομένη ἱστορικὴ περίοδο, ἡ ὑπεύθυνη Πολιτεία νὰ αὐξάνει ἢ νὰ περιορίζει τὶς ἀξιώσεις στὴ γλώσσα, ὥστε ἡ γλώσσα κάθε φορὰ —ἄθυρμα πλέον— νὰ προσαρμόζεται στὴν ὀκνηρία τῶν πολλῶν καὶ ὄχι οἱ πολλοὶ στὴν ἀρετὴ τῆς γλωσσικῆς παιδείας. Μετὰ τὴν δημοσίευση τοῦ νόμου, ἄρχισε νὰ ἐφαρμόζεται ἕνα ἐκτεταμένο σχέδιο φανατικῆς γλωσσικῆς καὶ ὑλικῆς καταστροφῆς: α) τρομοκρατήθηκαν ἀπὸ τὴν ᾽Εξουσία ὅλοι οἱ ὑπάλληλοι τοῦ Δημοσίου καὶ τῶν Δημοσίων ᾽Οργανισμῶν (ξεχωριστὰ οἱ ἐκπαιδευτικοί, βέβαια), μὴ τυχὸν καὶ ἀντιδράσουν, καὶ δὲν ἐφαρμόσουν τὸ μονοτονικό. β) Καταστράφηκαν χιλιάδες χιλιάδων βιβλία ἐκπαιδευτικά, ἀξίας πολλῶν ἑκατομμυρίων, ἐπειδὴ ἡ γλώσσα τους ἦταν δημοτικὴ πολυτονική, καὶ ξαναστοιχειοθετήθηκαν μονοτονικὰ — ὡσὰν τὰ πνεύματα καὶ οἱ τόνοι νὰ ἐμπόδιζαν τὴν ἀνάγνωσή τους ἀπὸ τοὺς μονοτονιστές, ἐνῶ τὸ ἀντίθετο λογικὰ συμβαίνει: ὅταν γιὰ κάποιον ἀναγνώστη λείπουν κάποια σημεῖα γνωριμίας καὶ τονισμοῦ τῶν λέξεων, αὐτὸς δυσκολεύεται νὰ διαβάσει ἕνα κείμενο καὶ χάνει χρόνο. γ) Ναυάγησε ἡ διδασκαλία τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς —τῆς κληρονομιᾶς μας— στὴν Δευτεροβάθμια ᾽Εκπαίδευση καὶ στὶς Φιλοσοφικὲς Σχολές. δ) Ἄρχισε ἡ βιαστική, ἀσθματικὴ καὶ ἄκριτη μετάφραση τῶν Βασικῶν Νόμων τοῦ Κράτους, πρὶν προλάβει νὰ δουλευτεῖ μὲ τὴν κρατικὴ πρακτικὴ ἡ δημοτικὴ γλώσσα, ἀλλὰ γιὰ νὰ περάσει, μαζὶ μὲ τὴν δημοτική, καὶ τὸ μονοτονικὸ — μὲ προφανῆ βιασμὸ τοῦ ρυθμοῦ ἐξέλιξης καὶ κάθαρσης τῆς γλώσσας μας, ἀλλὰ καὶ τῆς νόμιμης ἀναχώνευσης καὶ μίξης τῶν στοιχείων της. ᾽Αμέσως μετὰ ἀπὸ αὐτὴ τὴν αἰφνίδια, βίαιη ἀλλαγή, ἀρκετοὶ μορφωμένοι Ἕλληνες, —κάποιοι ἀπὸ αὐτοὺς μὲ τὸ ἀγιάτρευτο «σύνδρομο τοῦ προοδευτισμοῦ»...— ἐκοιμήθηκαν, καθὼς θὰ ἔλεγε ὁ Λαός μας, πολυτονιστὲς καὶ τὴν ἑπόμενη κιόλας ἡμέρα, χωρὶς νὰ ἀναρωτηθοῦν ἢ νὰ ρωτήσουν τί καὶ πῶς, ἐξύπνησαν μονοτονιστές. Αἰφνίδια, τὰ χαράματα τῆς 11ης πρὸς τὴν 12η Ἰανουαρίου 1982, μετὰ ἀπὸ μιὰ ὁλόκληρη ζωή, κατάλαβαν τί δὲν ἦταν γράφοντας ἐπὶ τόσες πρὶν δεκαετίες. Κι ἀπὸ τότε, ὑποστηριχτὲς τῶν 30 βουλευτῶν ποὺ νυσταγμένοι ἐψήφισαν τὸ μονοτονικό, δὲν ἔπαψαν νὰ τὸ ἐφαρμόζουν καὶ νὰ τὸ κηρύττουν, τονίζοντας τὰ οἰκονομικά, χρονικὰ καὶ μορφωτικά του ὀφέλη. Ρωτοῦμε: Ποιά ἀρχαία γλώσσα, φυσιολογικὰ καὶ ἀβίαστα ἐξελισσόμενη μέσα στοὺς αἰῶνες, ἐφάρμοσε ἐκπτώσεις στὶς ἀξιώσεις ἱστορικῆς μνήμης καὶ ἀκρίβειας, ὑποκύπτοντας σὲ μὴ γλωσσικά, δηλαδὴ δικά της, αὐτόνομα καὶ ὄχι ἐμπορευματολογικά, κριτήρια; Τότε, ἂν τέτοια κριτήρια ἰσχύσουν, ἡ γλώσσα μας, χαροποιώντας τοὺς ὀκνηρούς, ἡμιμαθεῖς, καθὼς καὶ τὶς πολυεθνικὲς τῶν ἠλεκτρονικῶν ὑπολογιστῶν, ἔπρεπε νὰ ἐφαρμόσει τὸ λατινικὸ ἀλφάβητο ὁπότε πολλὰ τὰ οἰκονομικὰ καὶ ἄλλα ὑλικὰ ὀφέλη... Καὶ ὅμως, ὅλες οἱ γλῶσσες μὲ μακρὸ παρελθὸν —καὶ ὄχι τόσο μακρὸ ὅσο ἡ ἑλληνική,— εἶναι δύσκολες, ἀπαιτητικές, πυκνὲς σὲ μνήμη σημειολογική, καὶ ἀρνοῦνται νὰ ὑποταγοῦν σὲ κριτήρια χρησιμοθηρικά. Μετὰ ἀπὸ συζητήσεις 100 καὶ πλέον ἐτῶν, ἡ γαλλικὴ γλώσσα πέρυσι δέχτηκε κάποιες δειλὲς ἀλλαγές, —στὴν πραγματικότητα: ἐναρμονίσεις,— μετὰ ἀπὸ μηνῶν δημόσιες συζητήσεις, ἀλλὰ κι αὐτὲς τὶς πενιχρές, δικαιολογημένες λογικὰ ἀλλαγές, τελικὰ τὶς ἀπέκρουσε ἡ Γαλλικὴ Ἀκαδημία — νόμιμος φρουρὸς τῆς γλώσσας τοῦ Λαοῦ. Καὶ ἐκεῖνοι δὲν ἔχουν τὸ βαρύ, ἱερὸ χρέος νὰ προασπίσουν, καθὼς ἐμεῖς, ποὺ εἴμαστε καὶ οἱ μόνοι, τὰ ἀρχαῖα μας Κείμενα, ποὺ χωρὶς τόνους καὶ πνεύματα δὲν νοοῦνται. Καὶ εἶναι γνωστὴ ἡ νικηφόρα ἀντίσταση τῶν Ἱσπανῶν στὴν ἰταμὴ ἀξίωση τῶν πολυεθνικῶν ἑταιριῶν γιὰ νὰ καταργήσουν τὸ ψηφίο ñ. Μὲ τὸν αἰφνίδιο, ἀντισυνταγματικὸ τρόπο ποὺ ἐπιβλήθηκε μεταμεσονύχτια τὸ μονοτονικό, κανεὶς δὲν θέλησε νὰ συνειδητοποιήισει, οὔτε ὁ ἀπληροφόρητος Ὑπουργὸς τότε Παιδείας, πὼς δημιουργήθηκε, μὲ τὴν συνέργια 30 βουλευτῶν, τῆς πενιχρότερης ποὺ γίνεται μειοψηφίας τῆς Βουλῆς τῶν Ἑλλήνων, ἕνας νέος γλωσσικὸς διχασμὸς τοῦ Λαοῦ μας. Τότε δημοσιεύτηκε καὶ ἡ ἀκόλουθη Διακήρυξη Ἑλλήνων Συγγραφέων: «Πιστεύαμε πὼς ἡ πράξη τῆς Πολιτείας μὲ τὴν ὁποία, πρὶν λίγα χρόνια, ἀναγνώρισε τὴν δημοτικὴ ὡς τὴν μοναδικὴ γλώσσα τοῦ Ἔθνους μας σήμερα, θὰ λύτρωνε τὸν λαό μας ἀπὸ τὴν μάστιγα ἑνός πολιτικοποιημένου μάλιστα, γλωσσικοῦ ζητήματος καὶ θὰ ἦταν ἡ ἀπαρχὴ μιᾶς βαθύτερνης μελέτης καὶ γνώσης τῆς γλώσσας, μιᾶς συνειδητότερης χρήσης και γραφῆς τῶν λέξεων της. Ἀντὶ γι᾿ αὐτό, μὲ λύπη μας εἴδαμε νὰ δημιουργεῖται τεχνητά, ἀμέσως, ἕνα νεόμορφο γλωσσικὸ πρόβλημα, τὸ πρόβλημα τοῦ τονισμοῦ τῶν λέξεων στὸν γραπτὸ λόγο καὶ μαζὶ μ᾿ αὐτό, νὰ συζητεῖται κιόλας τὸ θέμα τῆς γραφῆς τῶν λέξεων ἀπὸ μερικοὺς — δηλαδὴ ἡ πλήρης ἐξάρθρωση τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας. Κι ἐκεῖνοι ποὺ δημιούργησαν τὸ πρόρλημα αὐτό, φρόντισαν νὰ τὸ πολιτικοποιήσουν, χωρὶς ν᾿ ἀντιλαμβάνονται ὅτι, ἀναθέτοντας στὴν Πολιτεία πάλι τὴν λύση του, ἀνελάμβαναν ἀπέναντι στὸ Ἔθνος βαρύτατη εὐθύνη. Κι ἔτσι ἔχουμε νέα γλωσσικὴ ἐμπλοκὴ στὴν Ἑλλάδα. ᾽Επειδὴ ὅμως: 1. Οἱ λέξεις, ὄπως μᾶς τὶς παρέδωσαν οἱ πατέρες τοῦ Δημοτικισμοῦ γράφονται ἔτσι ἐπί 2000 τώρα χρόνια, ἔχοντας κρυσταλλώσει παράδοση ἀξιοσέβαστη, ἀκόμη κι ἀπὸ τοὺς ξένους· 2. τὸ πῶς θὰ γράφονται οἱ λέξεις εἶναι πάντοτε ἁρμοδιότητα ἀποκλειστικὴ τῶν συγγραφέων ἑνὸς τόπου καὶ ποτὲ ἄλλων παραγόντων τῆς ζωῆς· 3. τὸ κύριο χρέος μας σήμερα εἶναι νὰ μάθουν νὰ μιλοῦν καὶ νὰ γράφουν οἱ Ἕλληνες σωστὰ τὴν παραδομένη δημοτική· 4. οἱ ἁπλοποιήσεις τῆς γλώσσας μας τὰ τελευταῖα χρόνια περιόρισαν στὸ ἐλάχιστο τὶς δυσκολίες τονισμοῦ τῶν λέξεών της, διακηρύσσουμε ὄτι: δὲν δεχόμαστε ὁποιαδήποτε ἀλλαγὴ στὴν γραφὴ τῶν λέξεων τῆς γλώσσας μας καὶ θὰ συνεχίσουμε νὰ γράφουμε καὶ νὰ τυπώνουμε τὰ βιβλία μας μὲ σέβας πρὸς τὴν ζωντανὴ γλωσσικὴ παράδοση καὶ τὴν πλήρη μορφὴ τῶν λέξεων, ὄπως μᾶς δίδαξαν οἱ πατέρες τοῦ δημοτικισμοῦ καὶ οἱ μεγάλοι Νεοέλληνες συγγραφεῖς. Νίκος ᾽Αθανασιάδης, Τάσος ᾽Αθανασιάδης, Ἔφη Αἰλιανοῦ, ᾽Ορέστης ᾽Αλεξάκης, Κώστας ᾽Ασημακόπουλος, Τάκης Βαρριτσιώτης, Ὄλγα Βότση, Νικηφόρος Βρεττάκος, Πέτρος Γλέζος, Μαργαρίτα Δαλμάτη, Διαλεχτὴ Ζευγώλη-Γλέζου, Λιλὴ Ζωγράφου, Νανὰ ᾽Ησαΐα, ᾽Ιουλία ᾽Ιατρίδη, Πάνος Καραριας, ᾽Αντρέας Καραντώνης, Ζωὴ Καρέλλη, Γρηγ. Κασιμάτης, Τάσος Κόρφης, Γιωργῆς Κότσιρας, Β. Κωνσταντῖνος, Χριστόφορος Λιοντάκης, Ν.Κ. Λοῦρος, Χρῆστος Μαλεριτσης, Γ. Μανουσάκης, Μελισσάνθη, Ε.Ν. Μόσχος, Δημήτρης Μυράτ, Ἔλλη Νεζεριτη, Θεόδ. Ξύδης, Θ, Παπαθανασόπουλος, Δημ. Παπακωνσταντίνου, Λένα Παππᾶ, Π.Β. Πάσχος, Γ. Πατριαρχέας, Ν.Γ. Πεντζίκης, Ε.Ν. Πλατῆς, ᾽Αλέξης Σολομός, Τατιάνα Σταύρου, Γεωργία Ταρσούλη, Φώφη Τρέζου, ᾽Ιωάννα Τσάτσου, Κώστας Ε. Τσιρόπουλος, Θ.Δ. Φραγκόπουλος, Νίκος Φωκᾶς, Παναγιώτης Φωτέας, Ἑρρίκος Χατζηανέστης, Ντίνος Χριστιανόπουλος. Το Μανιφέστο αὐτό, ποὺ προκάλεσε ὀργή, ὕβρεις καὶ συκοφαντήσεις-λιβελλογραφήματα τῶν ὀψίμων μονοτονιστῶν, ἀκολούθησαν πλῆθος γνῶμες ἐξεχόντων ἀνθρώπων τοῦ πνευματικοῦ μας πολιτισμοῦ — καὶ μόνο αὐτὰ θὰ ἀναχαίτιζαν μιὰν εὐαίσθητη, μὲ ἐθνικὴ συνείδηση Κυβέρνηση καὶ θὰ τὴν ἔφερναν σὲ αὐτο-επίγνωση ὥστε, τουλάχιστο νὰ θέσει σὲ εὐρύτατη, λαϊκὴ συζήτηση τὸ θέμα καὶ νὰ μὴν ἐπιμείνει στὴν αὐταρχικὴ ἐπιβολὴ τοῦ μονοτονικοῦ. Ὁ ᾽Οδυσσεας ᾽Ελύτης ἐδήλωσε: «᾽Εγὼ εἶμαι ὑπὲρ τοῦ παλαιοῦ συστήματος, ἐναντίον τοῦ μονοτονικοῦ καὶ ὑπὲρ τῆς διδασκαλίας τῶν ᾽Αρχαίων Ἑλληνικῶν. Εἶναι ἡ βάση γιὰ νὰ ξέρεις τὴν ἐτυμολογία τῶν λέξεων. Ἡ σημερινὴ κακοποίηση τῆς γλώσσας μὲ ἐνοχλεῖ καὶ αἰσθητικά. Θέλω νὰ δῶ γραμμένο «καφενεῖον» κι ἂς μὴν τὸ προφέρουμε τὸ «ν». Τώρα, ὅλες οἱ λέξεις ἔχουν μιὰ τρύπα». Ὁ Νικηφόρος Βρεττάκος ὑπογράμμισε «Ὑπερτιμήθηκε ἡ ἄποψη ὅτι διευκολύνει τοὺς μαθητές, κάτι πού, ἴσως, εἶναι ἀντιπαιδαγωγικό. Ὕπάρχει, ἄλλωστε καὶ μιὰ παράδοση ποὺ ἐκφράζει τὴν ἄποψη μεγάλων παιδαγωγῶν, οἱ ὁποῖοι ἐπιμένουν ὅτι τὸ παιδὶ πρέπει νὰ κοπιάζει γιὰ νὰ γίνει ἄνθρωπος ἱκανός, ὤστε στὴ ζωή του ν᾿ ἀντιμετωπίσει ὅλες τὶς ἀντιξοότητες. Ὑποστηρίχτηκε, ἐπίσής, ὑπὲρ τοῦ μονοτονικοῦ καὶ ἡ ἄποψη ὅτι διευκολύνονται οἱ τυπογράφοι καὶ οἱ στοιχειοθέτες, γενικὰ καὶ ὅτι οἱ ἐκδόσεις, πάλι γενικά, γίνονται οἰκονομικότερες. «Παραγνωρίστηκαν, ὄμως οἱ λόγοι ποὺ ἐπέβαλαν στοὺς ᾽Αλεξανδρινοὺς χρόνους, τὴν καθιέρωση τῶν τόνων, οἱ ὁποῖοι ἰσχύουν καὶ σήμερα. Πολλὲς φορές, τὰ γραπτά μου δὲν διαβάζονται σωστὰ ὅταν τυπώνονται στὸ μονοτονικό. Ἂς ἐλπίσουμε ὄτι θὰ ἐπανεξεταστεῖ μελλοντικὰ τὸ θέμα κι ὅτι θὰ ἐπικρατήσουν σωφρονέστερες ἀπόψεις». Ὁ Κορνήλιος Καστοριάδης ἐτόνισε: «Τώρα γιὰ τὸ μονοτονικό. Ἂν δὲν θέλετε κύριοι τοῦ Ὕπουργείου νὰ κάνετε φωνητικὴ ὀρθογραφία, τότε πρέπει ν᾿ ἀφήσετε τοὺς τόνους καὶ τὰ πνεύματα γιατὶ αὐτοὶ ποὺ τοὺς βάλανε ξέρανε τί κάνανε. Δὲν ὑπῆρχαν στὰ ἀρχαῖα ἑλληνικὰ γιατὶ ἁπλούστατα ὑπῆρχαν μέσα στὶς ἴδιες τὶς λέξεις. Αὐτοί, οἱ Κριαρᾶς καὶ οἱ ἄλλοι (...) ποὺ ἔκαναν αὐτὲς τὶς μεταρρυθμίσεις —αὐτὸ παρακαλῶ νὰ γραφτεῖ στὶς ἐφημερίδες— δὲν ξέρουν τί εἶναι γλώσσα. Δὲν ξέρουν αὐτὸ ποὺ γνώριζε ἡ κόρη μου στὰ τρία της χρόνια. Μάθαινε μία λέξη καὶ μετὰ ἔψαχνε γιὰ τὶς συγγενεῖς της. Αὐτὸ εἶναι μιὰ γλώσσα. Ἕνα μάγμα, ἕνα πλέγμα, ὅπου οἱ λέξεις παράγονται οἱ μὲν ἀπὸ τὶς δέ, ὄπου οἱ σημασίες γλιστρᾶνε ἀπὸ τὴ μιὰ στὴν ἄλλη, εἶναι μιὰ ὀργανικὴ ἑνότητα ἀπὸ τὴν ὁποία δὲν μπορεῖς νὰ βγάλεις καὶ νὰ κολλήσεις πράγματα, δυνάμει μιᾶς ψευτοκυβέρνησης, καθισμένος σ᾿ ἔνα γραφεῖο στὸ ὑπουργεῖο Παιδείας. Ἡ κατάργηση τῶν τόνων καὶ τῶν πνευμάτων εἶναι ἡ κατάργηση τῆς ὀρθογραφίας, ποὺ εἶναι τελικὰ ἡ καταστροφὴ τῆς συνέχειας. Ἤδη τὰ παιδιὰ δὲν μποροῦν νὰ καταλάβουν Καβάφη, Σεφέρη, ᾽Ελύτη γιατὶ αὐτοὶ εἶναι γεμᾶτοι ἀπὸ τὸν πλοῦτο τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν. Δηλαδὴ πᾶμε νὰ καταστρέψουμε ὅ,τι κτίσαμε πρὶν λίγα χρόνια; Αὐτὴ εἶναι ἡ δραματικὴ μοίρα τοῦ σύγχρονου ἑλληνισμοῦ.» Ἀκολούθησαν διαμαρτυρίες, δημόσιες συζητήσεις, προσφυγές. Ἡ Κυβέρνηση ἔμεινε ἀσυγκίνητη, πιστεύοντας πὼς ἀπὸ χρόνο σὲ χρόνο θὰ κέρδιζε, μὲ καταναγκασμό, τρομοκράτηση, διαδόσεις πὼς δὲν ὑπάρχουν πιὰ γραφομηχανὲς πολυτονικές, οὔτε τυπογράφοι πολυτονιστές, πὼς τὸ Κράτος δὲν ἀγοράζει τάχα βιβλία πολυτονικά, πὼς θὰ ἐπιβαλλόταν τελικὰ τὸ μονοτονικό. ᾽Ερωτοῦμε ὅμως: μπορεῖ μιὰ ἐξαναγκαστικὴ πρακτικὴ 8 χρόνων νὰ ἀνατρέψει παράδοση πρακτικῆς πολλῶν αἰώνων; Ἂς μᾶς ἀπαντήσουν οἱ ὑπεύθυνοι. Πάντως, καὶ τὰ παιδιά μας, στὰ δίσεχτα αὐτὰ χρόνια, δὲν ἔμαθαν καλύτερα τὴν γλώσσα μας, ἐπειδὴ καταργήθηκαν τόνοι καὶ πνεύματα, καὶ τὰ γραπτά τους, κατὰ γενικὴ ὁμολογία, κάθε χρόνο εἶναι καὶ πιὸ ἀξιοθρήνητα, πειστήρια γλωσσικῆς διάλυσης. Ἡ πλειονότητα τῶν συνειδητῶν συγγραφέων μας ἐξακολουθεῖ νὰ γράφει πολυτονικὰ —καὶ τῶν νέων συγγραφέων μας ἐπίσης, ὄχι μόνο τῶν παλιότερων,— σπουδαῖα περιοδικὰ καὶ διαπρεπεῖς ἐκδοτικοὶ οἶκοι ἐξακολουθοῦν νὰ χρησιμοποιοῦν τὸ πολυτονικὸ καὶ ὁ Λαὸς ἐπιμένει. Ἱερὴ ἐθνικὴ ἐπιμονή, ἀξιοθαύμαστη ἀντίσταση στὴν καταστροφή. Συμπεραίνουμε: 1. Ἡ ἐπιβολὴ τοῦ μονοτονικοῦ ὑπῆρξε α) ἄκαιρη, β) αὐθαίρετη, γ) αὐταρχική, δ) αἰφνίδια, ε) ἀντισυνταγματική, ϛ) δὲν ἔγινε ἀπὸ τὸν Λαό μας, καὶ κυρίως ἀπὸ τοὺς εἰδικὰ ἐνδιαφερόμενους, ἀποδεκτή. Πρόκειται, λοιπόν, γιὰ ἕνα ἀληθινὸ Σκάνδαλο πανεθνικῆς σημασίας. 2. Ἡ «Νέα Δημοκρατία» ΔΕΝ ΔΕΣΜΕΥΤΗΚΕ νὰ ἐφαρμόσει τὸ μονοτονικό. Ὁ σημερινὸς Πρωθυπουργὸς κ. Κωνσταντῖνος Μητσοτάκης ἀντιστάθηκε προσωπικὰ στὴν ἐσπευσμένη, καταστροφικὴ ἐκείνη πράξη καὶ διέταξε τὴν ἀποχώρηση ὅλων τῶν βουλευτῶν τῆς τότε ᾽Αξιωματικῆς ᾽Αντιπολίτευσης ἀπὸ τὴν μεταμεσονύχτια συνεδρίαση τῆς Βουλῆς. Ἑπομένως, οὔτε τὸ Κόμμα, οὔτε ὁ Πρωθυπουργός, οὔτε οἱ Ὑπουργοί του, οὔτε οἱ βουλευτές του ἔχουν ΟΠΟΙΑΔΗΠΟΤΕ ΔΕΣΜΕΥΣΗ καὶ ὑποχρέωση νὰ ἐφαρμόσουν καὶ νὰ ἐπιμείνουν στὸ μονοτονικό. Δὲν συνέπραξαν, ΑΝΤΙΣΤΑΘΗΚΑΝ στὴν χάλκευση τοῦ Σκανδάλου αὐτοῦ. Ζητοῦμε: 1. Νὰ διατάξει ἡ Κυβέρνηση καὶ νὰ ἀρχίσει ὁ ἀξιότιμος κ. Ὑπουργὸς Παιδείας σὲ συνεργασία μὲ τὴν κ. Ὑπουργὸ Πολιτισμοῦ, τὴν ἐπανασυζήτηση περὶ μονοτονικοῦ. Τὴν ἀνοιχτή, δημοκρατικὴ καὶ ἄφοβη συζήτηση καὶ νὰ κληθοῦν σ᾿ αὐτὸ τὸν ἀντιαυταρχικὸ διάλογο ὅλοι οἱ ἁρμόδιοι: ἡ ᾽Ακαδημία ᾽Αθηνῶν, τὰ Πανεπιστήμια, τὰ Σωματεῖα Λογοτεχνῶν. 2. Νὰ ἐπιτρέψει ἀμέσως ἡ Κυβέρνηση ὥστε ὅλοι οἱ κρατικοὶ λειτουργοὶ καὶ τῶν τριῶν ᾽Εξουσιῶν τῆς Δημοκρατίας νὰ μποροῦν, ἂν κρίνουν, ἐλεύθερα νὰ γράφουν πολυτονικά, χωρὶς φόβο καὶ ὁποιαδήποτε πίεση. 3. Νὰ τεθοῦν τὰ συμπεράσματα τῶν συζητήσεων αὐτῶν, ἂν ὄχι στὴν ἄμεση κρίση ὅπως θὰ ἅρμοζε, τῶν Ἑλλήνων μὲ σαφὲς δημοψήφισμα, στὴν ᾽Εθνικὴ ᾽Αντιπροσωπεία καὶ σὲ εἰδικὴ συνεδρίαση ἔγκαιρα καὶ πλήρως προετοιμασμένη ὥστε ἐκείνη νὰ ἀποφασίσει ἐλεύθερα, ὑπεύθυνα, ἑλληνικά. Ἀθήνα, Σεπτέμβριος 1991 | ||||
Open right side only for printing |